Δευτέρα 12 Ιανουαρίου 2009

Ο κόσμος του Σκιάχτρου

-Τι αδιαφορία, ψιθύρισε το σκιάχτρο. Κανεις δεν σκέφτηκε να μου ζωγραφίσει δυο μάτια για να κλαίω, και καθώς σκεφτόταν αυτά τα πράγματα, κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.


-Κοίτα τις πεταλούδες, είπε η κούκλα. Δεν υπάρχουν ομορφότερα χρώματα.
-Τα ομορφότερα χρώματα τα βλέπει μόνο ο τυφλός, είπε θυμωμένα η γωνία.


Η καρδιά μου χτυπάει ασταμάτητα, ακούραστα εδώ και ενενήντα χρόνια και εγώ δεν της είπα ποτέ ούτε ένα ευχαριστώ. Δεν ξέρω καν το όνομά της, είπε ο παππούλης.
-Δεν είναι η καρδιά σου αυτή που χτυπάει. Είναι το ρολόι του χρόνου, είπε το πόμολο.


-Σονομόσο τωθωίν, σονομόσο τωθωίν, σονομόσο τωθωίν, τραγουδούσε το σκιάχτρο για ώρες μέχρι που κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.


-Δεν ξέρω γιατί υπάρχω. Δεν θα έπρεπε να υπάρχω κι όμως υπάρχω, είπε το κραγιόν.
-Υπάρχουν και χειρότερα, είπε ο κάκτος.


-Θέλω να αναλύσω την φυγόκεντρό σου, είπε το μπιζέλι στο παρεό.
-Γιατί; Για να βρεις το αδύνατο σημείο μου και να με κάνεις ό,τι θες; απάντησε το παρεό.


Καθώς το σκιάχτρο σκεφτόταν αν θα του ήταν πιο χρήσιμα τα δόντια από τα νύχια κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.


-Βαρέθηκα να πίνω συνέχεια νερό, είπε η καμηλοπάρδαλη.
-Νερό συνέχεια πίνω να βαρέθηκα, είπε η παρδαλοκάμηλος.


-Τι σχέση έχει αυτό με εκείνο; είπε ο άλλος.
-Δεν ξέρω, απάντησε ο έτσι.


-Μήπως ξέρεις που είναι το τετράγωνο της υποτείνουσας; ρώτησε ένας από τους τρεις μάγους.
-Νομίζω πως είναι στον κύβο, απάντησε ένας από τους τρεις ταχυδακτυλουργούς.


-Θα βρέξει, είπε ο Νείλος.
-Χέστηκα απάντησε η σελήνη.


-Ποιος είναι ο χοντρός από τους δύο; αναρωτήθηκε το μανιτάρι.
(το μανιτάρι έμεινε στην ιστορία σαν το μοναδικό ον που δεν μπορούσε να ξεχωρίσει τον χοντρό από τον λιγνό. Πέθανε το 1984 άνεργο)


-Θα ήθελα να ήμουν για λίγο κοράκι που θα ήθελε να είναι σκιάχτρο που θα ήθελε να είναι κοράκι που θα ηθελε… σκεφτόταν για ώρες το σκιάχτρο μέχρι που κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.


-Έμαθα να παίζω φλογέρα, είπε η έρημος.
-Εγώ έμαθα να παίζω, είπε το κουμπί.


-Τζάμπα ξοδεύεις το σάλιο σου, είπε ο φευγάτος στον πολυλογά.
-Μα δεν σε έφτυσα ακόμα, απάντησε ο πολυλογάς.


-Μακάρι να έχουμε πάντα ειρήνη, ευχήθηκε το σκιάχτρο βλέποντας ένα αστέρι να πέφτει.(Εκείνη τη νύχτα ακούστηκε πως έπεσε ένας μετεωρίτης ισοπεδώνοντας μια ολόκληρη πόλη)

-Θέλω να πετάξω, παραπονέθηκε η χελώνα.
-Δεν έχεις παρά να εξαφανίσεις την γη, της είπε ο Κόπερφιλντ.


-Ξέρω να μετράω μέχρι το 123546, είπε ο δεσμοφύλακας.
-Εγώ μέχρι το 789461412934619823765981693846591365, είπε ο μικροβιολόγος.


Το 3986 τα πόδια βρήκαν τρόπο να βαρέσουν το κεφάλι.


-Αγόρασα ένα μήλο, είπε ο Μπόλεκ ξέροντας ότι ο Λόλεκ είχε αγοράσει ένα αχλάδι.
-Ναι αλλά δεν σου αρέσουν τα μήλα, είπε γελώντας ο Λόλεκ.
(από τότε ο Μπόλεκ και ο Λόλεκ δεν μαλώσανε ποτέ ξανά)


-Βοήθεια!!! Φώναξε κάποιος που βρισκόταν στη μέση του πουθενά.
-Έρχομαι!!! Του απάντησε κάποιος άλλος που βρισκόταν στην άκρη του πουθενά.


Το 5467 το ζάρι και το πούλι παντρεύτηκαν και έκαναν ένα παιδί που το ονόμασαν Χρήστο Ζαρόπουλο.


-Ξέρω τα πάντα, είπε ο Άφθαρτος στο κοάλα.
-Τότε τι είναι το απίδι; είπε το κοάλα.
(Ο Άφθαρτος που ήξερε πολύ καλά πόσα απίδια χωράει ο σάκος αλλά δεν ήξερε τι είναι το απίδι, συνειδητοποίησε το 4234 ότι δεν γνώριζε τα πάντα όπως νόμιζε. Το χειρότερο όμως απ’ όλα ήταν πως δεν κατάφερε ποτέ να αυτοκτονήσει)


-Φεύγω, είπε το κουνούπι.
-Να πας στο καλό, του είπε η μύγα.
(Τελικά πήγε αλλού)


-Μπορείς να με σχεδιάσεις με κανόνα και διαβήτη; είπε ο νεκρός στον ζωντανό.
-Άπαπαπαπα, με τρομάζουν τέτοια πράγματα, απάντησε ο ζωντανός.


-OH MY GOD, είπε ένας φίλαθλος των Σικάγο μπούλς.
- HO YM DOG, είπε ένας δυσλεκτικός που ήθελε να παραγγείλει hot dog.


-Η δεκαοχτούρα όταν μεθάει κάνει δεκαοχτάρια; αναρωτήθηκε η κουκουβάγια.
-Χέσε ψηλά και αγνάντευε, είπε ο αετός.


-Δεν, όχι, μην, ποτέ, ούτε και σε καμία περίπτωση δεν είμαι αρνητικός, είπε το κασκόλ.-Δεν με νοιάζει, απάντησε αδιάφορα το μπουφάν.


-Το σαλιγκάρι δεν θα πάθει ποτέ τερηδόνα, είπε ο Λάκης Στράικ.
-Σιγά τα αυγά, είπε η κότα και άναψε ένα κάμελ.


-Φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, , φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, , φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, φου, έκανε το σκιάχτρο για ώρες προσπαθώντας να σφυρίξει μέχρι που κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.


-Σήκω κάτω είπε η καρέκλα στο τραπέζι αλλά δεν έμαθε ποτέ ότι σε έναν άλλο κόσμο οι καρέκλες λένε κάτσε κάτω.



Το 4356 η εκκλησία έκανε έκκληση για μία κλήση που κλήθηκε να πληρώσει γιατί δεν έκλινε σωστά το ρήμα κλείνω.


-Δεν ξέρω τι άλλο να γράψω είπε το σκιάχτρο λέγοντας τα λόγια που του είπε ο συγγραφέας να πει και καθώς έκανε το θέλημα του συγγραφέα κουράστηκε και αποκοιμήθηκε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου